- Στράβωνας
- ογεωγράφος της αρχαιότητας.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Ίων — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την αττική παράδοση ήταν γιος του Ξούθου και της κόρης του Ερεχθέα, Κρέουσας, και πατρίδα του θεωρείτο η Αττική. Ο Ί. αποτελούσε, στο πλαίσιο της παράδοσης αυτής, έναν από τους σημαντικότερους ηγεμόνες και… … Dictionary of Greek
ιών — I Μυθολογικό πρόσωπο. Σύμφωνα με την αττική παράδοση ήταν γιος του Ξούθου και της κόρης του Ερεχθέα, Κρέουσας, και πατρίδα του θεωρείτο η Αττική. Ο Ί. αποτελούσε, στο πλαίσιο της παράδοσης αυτής, έναν από τους σημαντικότερους ηγεμόνες και… … Dictionary of Greek
κυθήριος — Ονομασία ποταμού της Πελοποννήσου κατά την αρχαιότητα. Ο Στράβωνας τον αναφέρει ως δεξιό παραπόταμο του Αλφειού, στα Δ του Κλαδέου. Σύμφωνα με ορισμένους ιστορικούς, η ονομασία Κ. πιθανότατα είναι προελληνική. * * * κυθήριος, ία, ιον (Α) [Κύθηρα] … Dictionary of Greek
μένανδρος — I (Αθήνα 343/2 – 291 π.Χ.). Αθηναίος κωμικός ποιητής. Υπήρξε ο κυριότερος εκπρόσωπος της νέας κωμωδίας, τα έργα της οποίας ήταν κωμωδίες με πλοκή, δίχως χορικά και βασισμένες στις περιπέτειες τύπων αστών· το είδος αυτό παρουσιάστηκε στα αθηναϊκά… … Dictionary of Greek
περίπλους — Λογοτεχνικό είδος στην αρχαία Ελλάδα. Τα ταξίδια στις ξένες και άγνωστες χώρες για εμπορικούς σκοπούς, για την ίδρυση αποικίας ή για εξερευνητικούς λόγους, έδωσαν την ευκαιρία στους Έλληνες να αναπτύξουν ιδιαίτερο είδος περιγραφικής πεζογραφίας,… … Dictionary of Greek
περιηγητής — Αυτός που ταξιδεύει με σκοπό την ψυχαγωγία ή τη μόρφωση. Η τάση για περιήγηση χρονολογείται από την αρχαιότητα και κυρίως από τότε που τα ταξίδια έπαυσαν να είναι πολύ επικίνδυνα. Τον 6o αι. π.Χ. αναφέρονται πολλά ονόματα ελλήνων περιηγητών, που… … Dictionary of Greek
σχέδιος — Μυθολογικό πρόσωπο, γιος του Ναυβολίδη Ιφίτου και της Ιππολύτης. Πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο επικεφαλής (μαζί με τον αδελφό του Επίστροφο) των Φωκέων. Σκοτώθηκε από τον Έκτορα σε μάχη γύρω από το πτώμα του Πάτροκλου. Όπως αναφέρει ο Στράβωνας,… … Dictionary of Greek
χερσόνησος — I Πεδινός οικισμός (υψόμ. 100 μ.), στην πρώην επαρχία Πεδιάδας, του νομού Ηρακλείου. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (20 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκουν και άλλοι 6 μικρότεροι οικισμοί, τα Αγριανά (υψόμ. 90 μ.), το Μετόχι Σβούρου (υψόμ. 10 μ.), τα… … Dictionary of Greek
Αιγιαλεία — I Μυθολογικό πρόσωπο. Κόρη του βασιλιά του Άργους Αδράστου και της Αμφιθέας, σύζυγος του ήρωα του Τρωικού πολέμου Διομήδη. Αρχικά ήταν πιστή σύζυγος, όταν όμως σε κάποια μάχη ο Διομήδης τραυμάτισε την Αφροδίτη, η θεά, για να τον εκδικηθεί,… … Dictionary of Greek
Αλέξαρχος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Κορίνθιος στρατηγός που εκστράτευσε με τους Σπαρτιάτες στη Σικελία, την εποχή του Πελοποννησιακού πολέμου. 2. Ο νεότερος γιος του Αντίπατρου, ο οποίος ήταν πολύ μορφωμένος. Ο Στράβωνας αναφέρει πως ίδρυσε την… … Dictionary of Greek